- σηπομένους
- σήπωmake rottenpres part mp masc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σαπροφυτισμός — ο, Ν βιολ. τρόπος θρέψης ορισμένων οργανισμών οι οποίοι δεν μπορούν να συνθέσουν την τροφή τους και είναι υποχρεωμένοι να προσλαμβάνουν έτοιμες οργανικές ενώσεις τις οποίες έχει συνθέσει άλλος οργανισμός, δηλαδή να προσλαμβάνουν τα απαραίτητα για … Dictionary of Greek